2.1.2015
του Ανδρέα Κάτσενου
Πριν από ένα χρόνο τέτοιες μέρες, η χώρα εισέρχονταν σε μια δύσκολη προεκλογική περίοδο, καθώς ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ –ΑΝΕΛ θα καταψήφιζε τότε, ως μεμονωμένα κόμματα, την υποψηφιότητα του Στ. Δήμα για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Η εξέλιξη ήταν αναμενόμενη μετά την έντονη αντιπαράθεση της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία έφτασε σε όρια λαϊκισμού, αφού το τότε κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης φαινόταν να έχει πορεία κυβερνητική.
Σε αυτό είχε βοηθήσει και η σκληρή άκαμπτη στάση του τότε πρωθυπουργού κ. Αντ. Σαμαρά, ο οποίος δεν κατέβαλε καμία ουσιαστική προσπάθεια εθνικής συνεννόησης, έτσι ώστε να αποτραπεί η πορεία προς τις εθνικές εκλογές. Ήταν μια αδικαιολόγητη στάση, τις συνέπειες της οποίας προφανώς η τότε κυβέρνηση δεν είχε επαρκώς αξιολογήσει.
Η εκλογική ήττα της Νέας Δημοκρατίας ήταν αναμενόμενη και ο ΣΥΡΙΖΑ, ως πρώτη πολιτική δύναμη, σχημάτισε κυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ.
Στη συνέχεια ακολούθησε ένα εφιαλτικό εξάμηνο για τη χώρα που κόστισε ακριβά εξαιτίας των άπειρων ερασιτεχνικών χειρισμών της κυβέρνησης, το ανεξήγητο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, ένα νέο μνημόνιο 90 δις ευρώ, μέτρα σκληρότατης λιτότητας που δεν θα έπαιρνε ούτε μια νεοφιλελεύθερη δεξιά κυβέρνηση και τελικά νέες εκλογές το Σεπτέμβριο για να εφαρμοστεί ένα επονείδιστο πρόγραμμα φόρων και περικοπών.
Ο Γολγοθάς για την κυβέρνηση δεν τελείωσε με τη δύση του 2015. Τώρα αρχίζουν τα δύσκολα και η μεγάλη ανηφόρα. Το ασφαλιστικό, η φορολόγηση των αγροτών, τα κόκκινα δάνεια αλλά και το μίνι μνημόνιο ύψους 2,14 δις ευρώ που έρχεται, αποτελούν την θρυαλλίδα πολιτικών εξελίξεων από τη στιγμή που η κυβέρνηση διαθέτει ισχνή πλειοψηφία, εντελώς εύθραυστη, σε ένα κομβικό σημείο για το μέλλον της χώρας.
Οι εσωκομματικές εκλογές στη Νέα Δημοκρατία σε δέκα μέρες θα ολοκληρωθούν και η Αξιωματική Αντιπολίτευση θα αναγκαστεί να ασχοληθεί σοβαρά και με την ουσία της πολιτικής κι όχι μόνο με την παραπολιτική που παράγει η εσωκομματική διαδικασία.
Μπροστά σε αυτό το νέο δεδομένο η κυβέρνηση οφείλει να αναθεωρήσει τη στάση μακριά από λεονταρισμούς, λεκτικές ακροβασίες και κουτοπόνηρα παιχνίδια που μπορούν να οδηγήσουν τη χώρα σε περιπέτειες.
Το αίτημα της εθνικής συνεννόησης τίθεται μετ’ επιτάσεως για την κυβέρνηση χωρίς την μικροκομματική λογική. Η υλοποίηση των συμφωνηθέντων δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί από μια κυβέρνηση η οποία έχει χάσει την ιδεολογική της Αριστερή ταυτότητα και πασχίζει να αποδείξει το αυτονόητο, ότι το ψάρι δεν είναι κρέας. Αν για κομματικούς λόγους η κυβέρνηση του Αλ. Τσίπρα δεν αναζητήσει την εθνική συνεννόηση μέσα από ένα ουσιαστικό παραγωγικό, ειλικρινή διάλογο με τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου, τότε οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες.
Είτε εκ των πραγμάτων θα οδηγηθούμε σε μια Οικουμενική κυβέρνηση, είτε, το πιο πιθανό, θα πέσει η κυβέρνηση και θα οδηγηθούμε σε νέες εθνικές εκλογές με απρόβλεπτες αρνητικές συνέπειες για τη χώρα.
Το πρώτο λόγο έχει η κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία οφείλει να κατανοήσει ότι δεν είναι δυνατόν μόνη της να διαχειριστεί τα λάθη και τις αστοχίες που η ίδια προκάλεσε. Χρειάζεται συνένωση δυνάμεων, ώστε η χώρα μας να καταστεί ισχυρή διαπραγματευτικά απέναντι στο κουαρτέτο των δανειστών μας, εάν δεν θέλουμε να φτάσουμε σε ένα Grexit, το οποίο αρκετοί εταίροι θα έβλεπαν με καλό μάτι για να γλυτώσουν από την ελληνική οικονομική τοξικότητα.