18.11.2015
Η ΔΕΗ Α.Ε., μέσω ανακοίνωσης που εξέδωσε, επιχειρεί να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα χωρίς να ζητάει συγνώμη από τους πολίτες, για τις τεράστιες αυξήσεις των τελευταίων χρόνων εν μέσω οικονομικής κρίσης, γιατί έκοψε το ρεύμα σε 15 χιλιάδες συνδρομητές της και κυρίως χωρίς να κάνει νύξη για μειώσεις των τιμολογίων της. Αντιθέτως, ευχαριστεί τους πέντε εκατομμύρια πελάτες της, οι οποίοι, ακόμα και μέσα στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης, ανταποκρίνονται με συνέπεια στις υποχρεώσεις τους απέναντι στην επιχείρηση. Παράλληλα με την ανακοίνωση που ακολουθεί αυτούσια, η ΔΕΗ αποσαφηνίζει την αλήθεια σχετικά με τους ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς.
Αυτή είναι η εκτενής απολογία – ανακοίνωση της ΔΕΗ ΑΕ. η οποία έχει βάλει θηλιά στο λαιμό πέντε εκατ. συνδρομητών της κι ο καθένας μπορεί να βγάλει τα συμπεράσματά του:
Η αλήθεια για τους ληξιπρόθεσμους λογαριασμούς
«Η ΔΕΗ ευχαριστεί θερμά τους 5 εκατομμύρια πελάτες της οι οποίοι, ακόμα και μέσα στις συνθήκες της οικονομικής κρίσης, ανταποκρίνονται με συνέπεια στις υποχρεώσεις τους απέναντι στην επιχείρηση.
Η ΔΕΗ ευχαριστεί επίσης εκείνους τους χιλιάδες πελάτες της οι οποίοι, το τελευταίο διάστημα, με συνεχώς αυξανόμενο ρυθμό τακτοποιούν τις οφειλές τους προς την επιχείρηση.
Μυθεύματα περί εκατοντάδων χιλιάδων αποκοπών λόγω χρέους εκπορεύονται από διάφορες πλευρές με στόχους κάθε άλλο παρά την εξυπηρέτηση των Ελλήνων πολιτών και ιδιαίτερα των οικονομικά ασθενέστερων.
Σχετικά με το θέμα των ληξιπρόθεσμων λογαριασμών, η ΔΕΗ επισημαίνει τα εξής:
Πρώτον: Ενώ το 2012 έγιναν 315.000 διακοπές, το 2013 έγιναν 290.000 και 222.000 το 2014, από την ημέρα που ανέλαβε η νέα διοίκηση της ΔΕΗ και μέχρι σήμερα έχουν γίνει μόνον 17.254.
Δεύτερον: Από τον περασμένο Ιούνιο έχει τεθεί σε εφαρμογή ένα πρόγραμμα διακανονισμών με το οποίο παρέχονται εξαιρετικά ευνοϊκές διευκολύνσεις για την αποπληρωμή των οφειλών.
Συγκεκριμένα, η οφειλή μπορεί να εξοφληθεί σε δόσεις, έως και 36, με προκαταβολή ίση με το 10% της οφειλής. Η κάθε δόση μπορεί να φθάνει κατ’ ελάχιστο στο 30% του τρέχοντος λογαριασμού.
Τρίτον: Σε καμιά περίπτωση δεν επιλέγεται σήμερα η «εύκολη» λύση των αποκοπών σε φτωχά νοικοκυριά. Δίδεται αυστηρή προτεραιότητα για αποκοπές σε πελάτες που κατά τεκμήριο έχουν οικονομική ευχέρεια.
Άλλωστε αυτή η κατηγορία των καταναλωτών χρωστά τα περισσότερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το σύνολο των 2,1 εκατ. οφειλετών, οι 200.000 οφείλουν το 45% του συνολικού χρέους προς τη ΔΕΗ.
Τέταρτον: είναι γνωστό ότι τους προηγούμενους μήνες η νέα διοίκηση της ΔΕΗ με αποφασιστικότητα ασχολήθηκε και συνεχίζει με αμείωτη ένταση να ασχολείται, κατά κύριο λόγο, με μεγαλο-οφειλέτες: ξενοδοχεία, εμπορικά κέντρα, επιχειρήσεις, πολυτελείς κατοικίες, κλπ.
Η ΔΕΗ διαβεβαιώνει όλους τους πολίτες ότι πριν προσφύγει στο μέσο της αποκοπής λόγω χρέους έχει προηγουμένως εξαντλήσει όλα τα περιθώρια επίτευξης διακανονισμού με τους οφειλέτες της.
Πέμπτον: Οι υπηρεσίες και οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ εφαρμόζουν πιστά την πολιτική της επιχείρησης να μην προχωρούν σε αποκοπές για άτομα που είναι ενταγμένα στο μητρώο των ευάλωτων πελατών, σε όσους χρήζουν μηχανικής υποστήριξης, καθώς επίσης σε περιοχές που έχουν πληγεί και τεθεί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, πολιτική που συνεπάγεται σημαντικό οικονομικό κόστος για την επιχείρηση.
Έκτον: Σε κάθε περίπτωση διακοπής και εφόσον γίνει διακανονισμός, ο ΔΕΔΔΗΕ φροντίζει να αποκαθιστά την ηλεκτροδότηση αυθημερόν. Σε ελάχιστες περιπτώσεις κατά τις οποίες, εξαιτίας λάθους ή αστοχίας του συστήματος υπάρξει καθυστέρηση, οι υπηρεσίες της ΔΕΗ και οι εργαζόμενοι φροντίζουν άμεσα για την αποκατάσταση.
Έβδομον: Υπογραμμίζεται ότι οποιαδήποτε παραβατική συμπεριφορά (παρεμβάσεις στους μετρητές, ρευματοκλοπή, κλπ) δεν μπορεί να γίνει ανεκτή σε μια ευνομούμενη Πολιτεία και ελπίζουμε ότι όλοι οι αρμόδιοι φορείς, συμπεριλαμβανομένων της Νομοθετικής και Δικαστικής εξουσίας, θα συμβάλουν ουσιαστικά στην εξάλειψη παρόμοιων φαινομένων. Στις περιπτώσεις αυτές η προκαταβολή κατά τον διακανονισμό ανέρχεται στο 30% και στο 50% (για ρευματοκλοπή).
Περιμένουμε ότι σ’ αυτούς τους διακανονισμούς θα ανταποκριθεί η συντριπτική πλειοψηφία των οφειλετών μας.
Η ΔΕΗ, παρά το ότι είναι εκτεθειμένη σε έναν ανταγωνισμό, συχνά αθέμιτο, και επιβαρύνεται σημαντικά από ρυθμιστικές παρεμβάσεις στο όνομα του ανταγωνισμού, όχι μόνο δεν θα απεμπολήσει ούτε στο ελάχιστο το κοινωνικό της πρόσωπο, αλλά στο μέτρο του δυνατού θα επεκτείνει την κοινωνική της πολιτική. Είναι γνωστό το κοινωνικό τιμολόγιο που αφορά 600.000 πελάτες. Είναι γνωστό επίσης το πρόγραμμα επιβράβευσης των συνεπών πελατών, το οποίο θα κοστίσει στην επιχείρηση 30 εκατομμύρια ευρώ και το οποίο θα ήταν πολύ πιο γενναιόδωρο εάν οι εισπράξεις των οφειλών ήταν μεγαλύτερες.
Η ΔΕΗ διαψεύδει κατηγορηματικά κάθε δημοσίευμα για αύξηση των τιμολογίων της. Υπενθυμίζει, αντίθετα, ότι τον Σεπτέμβριο αποφάσισε τη μείωση των τιμολογίων σε πολλές κατηγορίες πελατών που θα της κοστίσει 80 εκατομμύρια ευρώ ετησίως. Τονίζει ότι σε συνάρτηση με την οικονομική της ανάκαμψη θα επιδιώξει την περαιτέρω μείωση των τιμολογίων στο ηλεκτρικό ρεύμα.
Ελπίζουμε ότι η επιχείρηση δεν θα ξαναχρησιμοποιηθεί ως φοροεισπρακτικός μηχανισμός, όπως πολλές φορές συνέβη στο παρελθόν με αποκορύφωμα το ΕΕΤΗΔΕ («χαράτσι») που τη ζημίωσε σημαντικά τόσο από οικονομική άποψη όσο και στις σχέσεις της με τους πελάτες της.
Στόχος της ΔΕΗ είναι να ξεκινήσει μια νέα εποχή στις σχέσεις της με τους πελάτες της που θα χαρακτηρίζεται από τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών, αλλά και από τη συνέπεια στην τήρηση των υποχρεώσεων και από τις δυο πλευρές.
Η πληρωμή των λογαριασμών με συνέπεια από όλους είναι συστατικό στοιχείο υγιούς κοινωνικής συμπεριφοράς, σε αντίθεση με τη σκόπιμη αποφυγή της από ορισμένους. Ειδικότερα μάλιστα στις σχέσεις μεταξύ των επιχειρήσεων είναι και στοιχείο υγιούς ανταγωνισμού.
Η Διοίκηση και οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ ήταν και είναι στη διάθεση των πολιτών.
Το στοίχημα της οικονομικής ανόρθωσης της ΔΕΗ θα το κερδίσουμε όλοι μαζί οι Έλληνες πολίτες, η διοίκηση και οι εργαζόμενοι. Η οικονομικά εύρωστη ΔΕΗ θα μπορέσει να εφαρμόσει μια ακόμη πιο ολοκληρωμένη κοινωνική πολιτική και θα συμβάλει πιο αποφασιστικά στην υπέρβαση της κρίσης και θα αποτελέσει έναν ισχυρό πυλώνα για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας».