της Σοφίας Μπασκάκη
«Άγνωστα» άτομα πέταξαν πέτρες στο σπίτι του 11χρονου Αμίρ. Του προσφυγόπουλου που αν και είχε κληρωθεί να είναι σημαιοφόρος για την παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου, τελικά παρέλασε με την ταμπέλα του σχολείου του, στην περιοχή της Δάφνης.
Οι πέτρες έπεφταν βροχή προκαλώντας φθορές στο σπίτι, όπου κοιμόντουσαν η μητέρα του με τα αδέλφια του. Πιο βαρύ όμως και από τις πέτρες ήταν το χαρτόνι με το ασύντακτο και ανορθόγραφο σημείωμα που πέταξαν, προτρέποντας την οικογένεια να φύγει. Κι αυτό προκάλεσε σοβαρότερες φθορές. Όχι στο σπίτι, αλλά στην ψυχή της κατατρεγμένης οικογένειας και στο ήθος του Έλληνα, που έχει νιώσει στο πετσί του την προσφυγιά.
Μέσα στο πλαίσιο του προγράμματος Προσωρινής Στέγασης προσφύγων του Δήμου Αθηναίων, σε συνεργασία με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, η οικογένεια διαμένει σε σπίτι στη Δάφνη. Μετά από την επίθεση ζήτησε από στελέχη του προγράμματος Προσωρινής Στέγασης να φύγει και να μετακινηθεί σε άλλη κατοικία.
Ο φόβος έκδηλος στα μάτια τους. Το «γιατί» ακόμα δεν έχει απαντηθεί. Ποιος να δώσει εξηγήσεις; Ποιος να πει ότι κάποια θρασύδειλα ανθρωποειδή, ποτισμένα με μίσος, επιτέθηκαν στην οικογένεια ενός παιδιού, επειδή κληρώθηκε να κρατήσει την Ελληνική Σημαία; Την οποία φρόντισαν από το σχολείο και του την πήραν, οπότε δεν πρόλαβε να τη «λερώσει». Τη λέρωσαν αυτοί που του την στέρησαν δια λιθοβολισμού.
Πρόσφυγες ενός ανελέητου πολέμου. Κυνηγημένοι από κάθε γη, να μη βρίσκουν χώμα να πατήσουν. Θύματα της ιμπεριαλιστικής πολιτικής των «ισχυρών». Και μιας Ευρώπης που νίπτει τας χείρας της προσπαθώντας να βρει λύσεις για τη μάστιγα που την ενοχλεί σαν αγκάθι… το «Προσφυγικό». Η παράνοια σε όλο της το μεγαλείο. Από τη μια να συμβάλει στην «παραγωγή» προσφύγων με την συνέχιση του πολέμου και από την άλλη να παρουσιάζεται σαν προστάτης που ψάχνει λύσεις.
Το τραγελαφικό με ορισμένους «πατριώτες», που θεωρούν ότι για όλα τα κακά που συμβαίνουν στη χώρα φταίνε οι πρόσφυγες και επιτίθονται στα προσφυγόπουλα, είναι ότι δεν αντιλαμβάνονται πως το μίσος φέρνει μίσος. Τα προσφυγόπουλα, ξεριζωμένα από τον τόπο τους, χωρίς να ξέρουν ακόμα το γιατί, έχουν ζήσει τη φρίκη του πολέμου. Ερχόμενα στην Ελλάδα, χωρίς να ξέρουν ακόμα το γιατί, βιώνουν τη φρίκη του ρατσισμού.
Παιδιά, σήμερα, που προσπαθούν να επιβιώσουν και να κοινωνικοποιηθούν σε ένα ξένο για αυτά περιβάλλον. Ενήλικες, αύριο, που θα έχουν τις μνήμες του κατατρεγμού και της απόρριψης. Ξένοι ανάμεσα σε ξένους. Μια κοινωνία χωρίς καμία συνοχή και αποδοχή ο ένας για τον άλλο. Μια χώρα διχασμένη ανάμεσα σε μια αγκαλιά ανοιχτή και μια καρδιά κλειστή.
Μέσα σε όλη αυτή τη δίνη ο άκρατος εθνικισμός και ο ρατσισμός φουντώνουν χωρίς κανείς από αυτούς να αναρωτηθεί ποιος είναι ο πραγματικός εχθρός. Σε μια Ελλάδα που τελεί υπό κατάρρευση, όχι από την εισροή των προσφύγων πολέμου, αλλά από τον πόλεμο που δέχεται από την Ευρώπη.
Ο ρατσισμός είναι το όπλο των ισχυρών για να διχάσουν τον λαό, ώστε να μη μπορεί να ενωθεί και να διεκδικήσει τα δικαιώματα του, που τα καταπατούν οι δήθεν σωτήρες. Οι ίδιοι που βουλιάζουν την Ελλάδα, όπως βουλιάζουν τα σαπιοκάϊκα που μεταφέρουν μισοπνιγμένους τους πρόσφυγες.