17.7.2016
Του Ανδρέα Κάτσενου
Η Τουρκία ζει ακόμα μια τραγική στιγμή στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της. Το αποτυχόν πραξικόπημα, ανεξάρτητα από τους υποκινητές και τα αίτια που το προκάλεσαν, βυθίζει ακόμα περισσότερο την γείτονα χώρα στην αβεβαιότητα, τον αυταρχισμό και την απομακρύνουν από το ευρωπαϊκό όραμα.
Είναι προφανές ότι το διαπραχθέν πραξικόπημα δεν είχε βάθος και, κυρίως, δεν ετύγχανε της στήριξης των ισχυρών στρατηγών που κυβερνούν μαζί με τον Ερντογάν την χώρα. Ήταν μια έωλη κίνηση, χωρίς σχεδιασμό που πνίγηκε στο αίμα μέσα σε πέντε ώρες.
Εν τούτοις αν το γεγονός αναλυθεί, επαρκώς, θα διαφανεί ότι έχει σημαντικές πολιτικές προεκτάσεις για το μέλλον της Τουρκίας αλλά και το πώς διαγράφεται το επόμενο διάστημα η ευρύτερη γεωπολιτική στρατηγική στη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο.
Οφείλουμε να ξεκινήσουμε με μια παραδοχή. Ο Τούρκος Πρόεδρος κ. Ρετζίπ Ταγίπ Ερντογάν τα τελευταία τρία χρόνια ακολουθούσε μια μοναχική πορεία δημιουργώντας αρνητικές σχέσεις με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία με την πτώση του πολεμικού αεροσκάφους, την ΕΕ, ειδικότερα την Γερμανία, το Ισραήλ, ενώ ήταν απέναντι στο καθεστώς της Συρίας. Παράλληλα συνέχιζε την προκλητική στάση της απέναντι στη χώρα μας, με συνεχείς παραβιάσεις του Αιγαίου και του εναέριου χώρου.
Ο Ερντογάν στόχευε στο να χαρακτηριστεί ο μεγαλύτερος μετά τον Πούτιν λαοπρόβλητος εθνάρχης διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο στο παγκόσμιο ισλαμικό τόξο. Ακολούθησε μια επικίνδυνη πολιτική ρήξεων κι έμεινε τελικά με το πάθος του και τη μεγαλομανία του να θεωρεί τον εαυτό του αυτοκράτορα, μόνος στη πολιτική σκακιέρα. Παρά το γεγονός ότι τελευταία είχε χαλαρώσει τη στάση του απέναντι στο Μπασάρ Αλ Άσαντ και επιχείρησε να τα βρει με την Καγκελάριο Μέρκελ και τον Ρώσο Πρόεδρο Πούτιν παρέμενε στο περιθώριο κι έχανε από την αίγλη του.
Εκείνο το οποίο ενόχλησε περισσότερο τις μεγάλες δυνάμεις ήταν η πρόθεσή του Ερντογάν να μετατρέψει την Τουρκία σε ένα ισλαμικό κράτος περίπου στα πρότυπα του Ιράν επί Χομεϊνί. Πράγμα καθόλα αδιανόητο για τη Δύση να έχει δίπλα της μια τέτοια πολιτικό-θρησκευτική οντότητα.
Αρκετοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η απόπειρα πραξικοπήματος ήταν μια συντονισμένη πράξη από τις δυνάμεις του εξωτερικού για να ρίξουν «ηχηρό χαστούκι» στις αυθαιρεσίες Ερντογάν. Άλλοι εκτιμούν ότι δεν αποκλείεται να ήταν μια προσχεδιασμένη ενέργεια από τον ίδιο τον Τούρκο Πρόεδρο κι όχι από τον αυτοεξόριστο πρώην ιμάμη Φατουλάχ Γκιουλέν για να προχωρήσει σε ευρύτατες εκκαθαρίσεις.
Όποια κι αν είναι η αλήθεια η ουσία, όπως διαγράφεται στη παρούσα φάση είναι ότι ο Ερντογάν ισχυροποιήθηκε μέσα στη Τουρκία. Είναι παντοδύναμος και κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Ήδη προχωράει σε ευρείας κλίμακας εκκαθαρίσεις στο στράτευμα και τη δικαιοσύνη. Ενώ υπουργοί του κατονομάζουν τις ΗΠΑ ως υποκινητές του πραξικοπήματος.
Το ερώτημα είναι ο Ερντογάν θα σταματήσει στις εσωτερικές κυριαρχικές εκκαθαρίσεις του ή θα ακολουθήσει και μια επεκτατική πολιτική για να καθαρίσει τους Κούρδους στο Βόρειο Ιράκ, θα εμποδίσει μια λύση στο Κυπριακό και θα συνεχίσει να προκαλεί στο Αιγαίο; Θα επιδιώξει να εμφανιστεί ως ο απόλυτος άρχοντας στη Μεσόγειο αναζητώντας ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις που δεν του αρμόζει;
Εκείνο το οποίο μετά βεβαιότητας διαφαίνεται σε πρώτη φάση είναι ότι ο Ερντογάν και οι υποστηρικτές του θα ενισχύσουν τον αυταρχισμό τους και θα καταλύσουν το κράτος δικαίου. Κι αυτό θα βυθίσει ακόμη περισσότερο την Τουρκία στο περιθώριο και στην Ανατολή.