Τζιμ Μόρισον: 27 χρόνια ζωής, μια αιώνια κληρονομιά

Σαν σήμερα, στις 8 Δεκεμβρίου του 1943, γεννήθηκε ο τραγουδιστής και στιχουργός των The Doors, Τζιμ Μόρισον, που έμελλε μέσα σε μόλις 27 χρόνια ζωής να αφήσει ανεξίτηλο στίγμα στην ιστορία της ροκ μουσικής

Όταν ο Jim Morrison πέθανε, σε ηλικία 27 ετών το 1971, άφησε πίσω του μια αθάνατη κληρονομιά ως ο μυστικιστής frontman και στιχουργός των The Doors. Το συγκρότημα χτύπησε φλέβα χρυσού από νωρίς, με την κυκλοφορία του ομώνυμου άλμπουμ με το οποίο έκανε ντεμπούτο το 1967. Η νικητήρια φόρμουλα του ποιητικού ψυχεδελικού μπλουζ άγγιξε βαθιά την αντικουλτούρα των Baby Boomers, που ήταν σε άνθηση στις ΗΠΑ και σύντομα βρήκε τον δρόμο της προς τις ξένες ακτές.

Κατά τη διάρκεια των πέντε δεκαετιών από τον θάνατό του, η μυστηριακή αύρα της κληρονομιάς του Morrison τον έχει μορφοποιήσει στις συνειδήσεις μας ως μια ροκ θεότητα, χάρη στη βαθιά πνευματική και αινιγματική προσωπικότητά του όσο ήταν εν ζωή, αλλά και το μυστήριο που περιβάλλει τον θάνατό του. Εξάλλου, οι τόσο ξεχωριστοί ποιητικοί στίχοι του μεγέθυναν περαιτέρω αυτόν τον μυστικισμό. Παθιασμένος ακόλουθος της λογοτεχνίας της Γενιάς Μπιτ, ο Morrison απολάμβανε το παιχνίδι των λέξεων και τις κρυφές ιδιορρυθμίες, όπως το ψευδώνυμό του, Mr. Mojo Risin’.

Αυτή του η πορεία χαράκτηκε από πολύ νωρίς, καθώς σε ηλικία 4 ετών, κατά την διάρκεια μιας οικογενειακής εκδρομής στο Νέο Μεξικό, συνέβη κάτι που τον στιγμάτισε και στο οποίο αναφέρθηκε πολλές φορές και μέσα από τραγούδια του. Όπως το περιέγραψε ο ίδιος:

«Είναι η πρώτη φορά που ανακάλυψα τον θάνατο … εγώ, η μητέρα μου, ο πατέρας μου, ο παππούς μου και η γιαγιά μου διασχίζαμε την έρημο την αυγή. Ένα φορτηγό γεμάτο Ινδιάνους είχε μάλλον χτυπήσει ένα άλλο αυτοκίνητο ή κάτι τέτοιο, υπήρχαν Ινδιάνοι σκορπισμένοι παντού στην εθνική οδό, αιμορραγώντας μέχρι θανάτου. Ήμουν μικρός τότε, οπότε έπρεπε να μείνω στο αυτοκίνητο όσο ο πατέρας μου και ο παππούς μου βγήκαν να δουν τι γινόταν. Δεν μπορούσα να δω τίποτα. Το μόνο που είδα ήταν παράξενη κόκκινη μπογιά και ανθρώπους πεσμένους ολόγυρα, αλλά ήξερα πως κάτι συνέβαινε, γιατί μπορούσα να νιώσω τις δονήσεις των ανθρώπων γύρω μου, και έτσι ξαφνικά συνειδητοποίησα πως ούτε εκείνοι μπορούσαν να καταλάβουν τι συνέβαινε. Αυτή ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα πραγματικό φόβο … και πιστεύω πως εκείνη τη στιγμή οι ψυχές εκείνων των νεκρών ινδιάνων – ίσως μια ή δύο απ’ αυτές – έτρεχαν έξαλλες εδώ και κει, και μπήκαν στην ψυχή μου, και εγώ ήμουν σαν σφουγγάρι, έτοιμος να κάτσω εκεί και να τις απορροφήσω».

Αποφοίτησε το 1965 από την κινηματογραφική σχολή του UCLA. Συμφοιτητής του στη σχολή ήταν ο Ray Manzarek, ο μετέπειτα κιμπορντίστας των The Doors, που είχε και την ιδέα να φτιάξουν συγκρότημα. Όπερ και εγένετο.

Τζιμ Μόρισον: 27 χρόνια ζωής, μια αιώνια κληρονομιά
Τα δύο μέλη των “The Doors”, o κιμπορντίστας Ray Manzarek, και ο ντράμερ Lloyd Densmore το 1979 (AP Photo/Brich)

Σε μια συνέντευξή του το 1969 στο περιοδικό Rolling Stone, ο Morrison μίλησε για τη συγγραφική του διαδικασία ως μάλλον αυτόνομη. Οι λέξεις απλώς εκδηλώνονταν κατά τη διάρκεια αυτοσχεδιαστικών τζαμαρισμάτων. Όταν ρωτήθηκε αν υπήρχαν κομμάτια των Doors που του άρεσαν περισσότερο από άλλα, απάντησε: «Σας λέω την αλήθεια, δεν τα πολυακούω… Υπάρχουν τραγούδια που μου αρέσει προσωπικά να κάνω περισσότερο από άλλα. Μου αρέσει να τραγουδάω μπλουζ — αυτά τα δωρεάν, μεγάλα ταξίδια μπλουζ, όπου δεν υπάρχει συγκεκριμένη αρχή ή τέλος. Απλώς μπαίνει σε έναν ρυθμό. Μπορώ απλώς να συνεχίσω να επινοώ διάφορα. Και όλοι σολάρουν. Μου αρέσει αυτό το είδος τραγουδιού παρά απλά ένα τραγούδι. Ξέρετε, να ξεκινάς με ένα μπλουζ και απλά να βλέπεις πού θα σε βγάλει».

Ο Morrison πρόσθεσε ότι τα τραγούδια που προτιμούσε να ερμηνεύει ζωντανά ήταν εκείνα που έδιναν ελευθερία στο συγκρότημα να αυτοσχεδιάζει στη σκηνή. «Ξεκινά με κάποιον ρυθμό», είπε. «Δεν ξέρεις πώς θα καταλήξει ή πόση ώρα θα κρατήσει ή ούτε καν για τι πράγμα μιλάει, μέχρι να τελειώσει. Αυτό το απολαμβάνω περισσότερο. Παίρνω έναν ρυθμό, ένα ποτάμι ήχου που κυλάει. Μπορώ απλώς να χαλαρώσω εντελώς και να μην ανησυχώ για τον χρόνο ή το πώς θα αρχίσει ή θα τελειώσει ή τι θα πω. Αλλά δεν απολαμβάνουν όλοι να το ακούνε αυτό».

Το κλασικό τραγούδι των Doors «Riders on the Storm» από το L.A. Woman ήταν το τελευταίο που ηχογράφησε πριν μετακομίσει στη Γαλλία για να συναντήσει τη μοίρα του. Το τραγούδι εξελίχθηκε από ένα jam session στο οποίο το συγκρότημα έπαιζε με τον ρυθμό του “Ghost Riders In the Sky”, ένα καουμπόικο τραγούδι του 1948 από τον Stan Jones, που ηχογραφήθηκε αργότερα από τους Johnny Cash και Bing Crosby. Ο Μόρισον άλλαξε τον τίτλο σε “Riders On The Storm”, καθώς είχε χαρακτηρίσει κατά καιρούς τον εαυτό του ως έναν «καβαλάρη στη θύελλα».

Ακούστε απομονωμένα τα φωνητικά από την τελευταία ηχογράφηση των The Doors στο βίντεο που ακολουθεί. Καθώς το τραγούδι πλησιάζει στο τέλος του, ίσα που ακούγονται οι ψίθυροι του Morrison, που σε στοιχειώνουν, πάνω από την ίδια του τη φωνή. Όπως είπε ο κιμπορντίστας των The Doors, Ray Manzarek, σε μια συνέντευξη στο περιοδικό Uncut το 2011: «Υπάρχει μια ψιθυριστή φωνή στο “Riders on the Storm”, αν ακούσετε προσεκτικά, ένα ψιθυριστό overdub που προσθέτει ο Jim κάτω από την αρχική ηχογράφηση της φωνής του. Αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που έκανε ποτέ. Ένα εφήμερο ψιθυριστό overdub».

Οι θεωρίες συνωμοσίας γύρω από τον πρώιμο θάνατό του

Όταν ο Jim Morrison πέθανε στο Παρίσι, στις 3 Ιουλίου 1971, στους θαυμαστές του δόθηκαν ελάχιστες εξηγήσεις για το πώς έφυγε ο ήρωάς τους. Νωρίτερα εκείνη τη χρονιά, ο Morrison είχε μετακομίσει στο Παρίσι, αφού καταδικάστηκε στις ΗΠΑ για προσβολή της δημοσίας αιδούς και χυδαιολογία, αφού φέρεται να εκτέθηκε στη σκηνή κατά τη διάρκεια συναυλίας στο Μαϊάμι το 1969. Καταδικάστηκε σε έξι μήνες φυλάκιση και ενώ άσκησε έφεση κατά της ετυμηγορίας, αποφάσισε να φύγει για το Παρίσι.

Στο Παρίσι, ο Morrison ζούσε σε ένα διαμέρισμα στον τέταρτο όροφο στο Marais με τη σύντροφό του Pamela Courson, σε μια περίοδο που πολλοί πίστευαν ότι προσπαθούσε να καθαρίσει τη ζωή του. Σύμφωνα με την ευρέως αποδεκτή ιστορία, ήταν η Courson που βρήκε το σώμα του Μόρισον στην μπανιέρα του διαμερίσματός τους. Ανησυχώντας ότι μπορεί να συνδεθεί με τον θάνατο, αν οι αρχές γνώριζαν για την υπερβολική δόση ναρκωτικών, έδωσε μια κατά τα φαινόμενα ψευδή περιγραφή των γεγονότων, εξηγώντας ότι ήταν ξάδερφός της και ότι είχε υποστεί καρδιακή προσβολή. Οι γαλλικές αρχές δεν προχώρησαν σε αυτοψία, κατόπιν αιτήματος της Courson, και της επέτρεψαν να θάψει βιαστικά τον εραστή της κοντά στην «Γωνιά του Ποιητή» (The Poet’s Corner) στο νεκροταφείο Père Lachaise, όπου βρίσκονται και οι τάφοι των Oscar Wilde, Edith Piaf και Gertrude Stein μεταξύ άλλων. Μετά την κηδεία, δύο μόλις μέρες μετά τον θάνατό του, δόθηκε στη δημοσιότητα η θλιβερή είδηση.

Καθώς δεν διενεργήθηκε επίσημη αυτοψία, η γενική υπόθεση είναι ότι ο Morrison πέθανε από υπερβολική δόση. Η Courson το επιβεβαίωσε επίσης σε μερικές από τις μεταγενέστερες αφηγήσεις της για τον θάνατό του, προτού κι εκείνη φύγει πρόωρα το 1974, μετά από υπερβολική δόση στο Λος Άντζελες. Η βιαστική ταφή και η έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων ήταν φυσικό να προκαλέσουν μερικές ενδιαφέρουσες θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με το τι πραγματικά συνέβη εκείνο το βράδυ του 1971.

Μια θεωρία, που διαδόθηκε από έναν Βρετανό δημοσιογράφο τη δεκαετία του 1980, υποστήριξε ότι ο θάνατος του Μόρισον ήταν μια προσεκτικά ενορχηστρωμένη δολοφονία που διαπράχθηκε από την Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών των ΗΠΑ (CIA). Το κίνητρο πίσω από ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα ήταν μια προσπάθεια να απομακρυνθεί ένα είδωλο της αναδυόμενης αντικουλτούρας που βίωνε ο δυτικός κόσμος την προηγούμενη δεκαετία. Άλλες παρόμοιες θεωρίες ενοχοποιούν τις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες ή υποστηρίζουν ότι ήταν σιωνιστική συνωμοσία.

Τζιμ Μόρισον: 27 χρόνια ζωής, μια αιώνια κληρονομιά
(AP Photo/Michel Euler)

Σύμφωνα με άλλους ισχυρισμούς, ο Μόρισον ίσως δεν πέθανε ποτέ και απλώς είχε προσποιηθεί τον θάνατό του για να ξεκινήσει από την αρχή, αφήνοντας πίσω του τα προβλήματα της προηγούμενης ζωής του. Ο κιμπορντίστας των Doors, Ray Manzarek, έχει δηλώσει ότι θα μπορούσε να υποστηρίξει αυτή τη θεωρία, με βάση τις συζητήσεις που θυμόταν να έχει κάνει με τον προβληματισμένο frontman του συγκροτήματος το 1970. Φαίνεται ότι ο Manzarek δεν είναι ο μόνος με αυτή τη θεωρία. Το 2016, αναφορές από θαυμαστές κατέκλυσαν το διαδίκτυο, αφού ένας σωσίας του Μόρισον εθεάθη να διαμένει στο Όρεγκον, με το νέο όνομα William Loyer.

Δυστυχώς, δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι τι ακριβώς συνέβη εκείνη τη νύχτα του 1971, όταν χάσαμε μια από τις πιο σημαντικές πολιτιστικές προσωπικότητες του 20ού αιώνα, αλλά αυτό για το οποίο μπορούμε να είμαστε σίγουροι είναι η δημιουργική ιδιοφυΐα του Morrison, και ευτυχώς μας έχει αφήσει μια πλούσια κληρονομιά που την αποδεικνύει.

Η ελληνική φράση στον τάφο του Τζιμ Μόρισον

Ακόμα και η σημασία της επιγραφής στον τάφο του στο Παρίσι, που είναι μάλιστα ελληνική, έχει γίνει πηγή διαμάχης. Γράφει «κατά τον δαίμονα εαυτού».

Υπεύθυνος για αυτήν ήταν ο Τζορτζ Μόρισον, ο πατέρας του Τζιμ. Την έβαλε στην ταφόπλακα για να τιμήσει τον γιο του. Πολλοί την έχουν αποδώσει ως «να πολεμά τον δαίμονά του», κάτι που έχει οδηγήσει σε διάφορες θεωρίες. Μερικοί πιστεύουν ότι ο Τζορτζ Μόρισον αποκάλυπτε με αυτόν τον τρόπο διακριτικά την αποδοκιμασία του για τη ζωή του γιου του, ενώ άλλοι τον κατηγόρησαν για κατάφωρη ασέβεια στη μνήμη του. Δεν λείπουν και αυτοί που το ερμηνεύουν ως απόδειξη του ότι ο Τζιμ Μόρισον είχε κυριευτεί από δαίμονες!

Τζιμ Μόρισον: 27 χρόνια ζωής, μια αιώνια κληρονομιά

Όμως τίποτα από αυτά δεν ισχύει. Αυτό που εννοεί η φράση, είναι ότι ο Τζιμ Μόρισον κατά τη διάρκεια της ζωής του παρέμεινε «πιστός στο πνεύμα του», έπραττε σύμφωνα με ό,τι υπαγόρευε η συνείδησή του, ο «προσωπικός του θεός», κι όχι σύμφωνα με τις επιταγές της κοινωνίας.

Η λέξη «δαίμων» ετυμολογικά δεν έχει καμία σχέση με τον τρόπο που τη χρησιμοποιούμε σήμερα. Ας μην ξεχνάμε πως στην αρχαία Ελλάδα δεν υπήρχε η έννοια του διαβόλου. «Δαίμων» ήταν αρχικά η θεότητα που μοίραζε, κατένειμε την μοίρα (δαίομαι = μοιράζω) και στην πορεία οποιαδήποτε θεότητα στην οποία αποδίδονταν τιμές. Γι’αυτό και χαρακτηρίστηκε επίσης είτε σαν μοίρα – ειμαρμένη, είτε σαν τύχη. Φιλόσοφοι, όπως ο Θαλής και ο Εμπεδοκλής, με την έννοια των Δαιμόνων εννοούσαν την Ψυχή του σύμπαντος.

«Δαίμων εαυτού» ονομαζόταν η θεότητα-προστάτης που ζούσε μέσα σε κάθε άνθρωπο από τη γέννηση έως το θάνατό του και φρόντιζε για την προσωπική εξέλιξη κι ευημερία, κάτι σαν το αντίστοιχο που λέμε σήμερα «φύλακας-άγγελος», αποτελώντας κατά κάποιο τρόπο έναν δίαυλο μεταξύ του κόσμου των θνητών και του κόσμου των θεών. Ας μην ξεχνάμε και το περίφημο δαιμόνιο του Σωκράτη, τη φωνή που άκουγε μέσα του, που μέσω αυτής έπαιρνε τις «σωστές» αποφάσεις.

«Πράττω κατά τον δαίμονα εαυτού», ουσιαστικά σημαίνει «πράττω σύμφωνα με αυτό που η συνείδησή μου θεωρεί σωστό», ασχέτως της γνώμης των άλλων και είναι μια στάση ζωής που υιοθέτησαν οι Στωικοί φιλόσοφοι.

Πηγές: Far Out Magazine, Rolling Stone, Uncut, The Grunge, Acrowsview, Terrapapers

ertnews.gr