Το Ασφαλιστικό Σύστημα: Δείκτης ανάπτυξης ή Δείκτης υπανάπτυξης

6.11.2015

του Δρ. Ξενοφώντα Βεργίνη

Η ψήφιση του τρίτου (3ου) μνημονίου (της κυβέρνησης Τσίπρα) προκαλεί και υποχρεώνει σημαντικές αλλαγές – φωτιά στο ασφαλιστικό σύστημα από σήμερα και στο εξής. Αλλαγές, που αναφέρονται σε ανατροπές στα κατώτατα όρια συνταξιοδότησης, στην αύξηση ορίου ηλικίας προς συνταξιοδότηση και στο ύψος καταβολής εισφορών. Αλλαγές, που αφορούν και επηρεάζουν ΑΜΕΣΑ πάνω από 400 χιλιάδες εργαζόμενους για τα προσεχή χρόνια και στη συνέχεια όλους τους εργαζόμενους προς συνταξιοδότηση.

Συγκεκριμένα, εφαρμόζεται  η σταδιακή κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και η αύξηση των ορίων ηλικίας, έτσι ώστε, από 01/01/2022 να βγαίνουν, α) σε πλήρη σύνταξη όσοι θα έχουν συμπληρώσει τα 67 χρόνια ηλικίας ή τα 62 και 40 χρόνια ασφάλισης (αθροιστικά από οποιοδήποτε ασφαλιστικό φορέα) και β) σε μειωμένη σύνταξη όσοι θα έχουν συμπληρώσει τα 62 χρόνια ηλικίας και τουλάχιστον 15 χρόνια ασφάλισης. Δηλαδή, όσοι συνταξιοδοτηθούν από 1ης Ιουλίου του 2015 και έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος ηλικίας, θα πάρουν κατώτατη σύνταξη 486€ και όσοι δεν έχουν συμπληρώσει, θα πάρουν ΜΟΝΟ το ποσό της σύνταξης που αναλογεί στο ύψος των εισφορών που έχουν καταβάλει. Δηλαδή, δεν θα πάρουν την ενίσχυση που δίνει το κράτος στις κατώτατες συντάξεις. Αυτό σημαίνει ότι στη πρώτη περίπτωση το ύψος της σύνταξης θα είναι 486€ και στη δεύτερη θα πάρει σύνταξη που μπορεί να φθάνει  μέχρι και 200€ περίπου, ίσως και μικρότερη στη περίπτωση των αγροτών. Ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ, για παράδειγμα μητέρες με ανήλικα τέκνα προβλέπεται, με τα νέα μέτρα η σύνταξη από 600€ κατά  μέσο όρο, να κατέβει στα 340€ και 320€ ! Εξαιρούνται οι περιπτώσεις συντάξεων αναπηρίας και χηρείας. Βέβαια, τα μέχρι 1ης Ιουλίου του 2015 θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα δεν θίγονται!

Επίσης, προβλέπεται ότι μετά το 2021, το όριο ηλικίας προς συνταξιοδότηση θα αυξάνεται πέραν του 67ου έτους της ηλικίας και ανά τριετία, σύμφωνα με το προσδόκιμο περιθώριο ζωής ! Δηλαδή, όσο θα αυξάνεται ο μέσος όρος ζωής, τόσο περισσότερο θα αυξάνεται και το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης! Τώρα, τι δουλειά έχει ο «μέσος» όρος ζωής με το κατά περίπτωση πραγματικό,  είναι «αλλουνού  παπά ευαγγέλιο». Δηλαδή, με άλλα λόγια το ασφαλιστικό πρόβλημα οι «σοφοί» θέλουν να το λύσουν, είτε με αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης, είτε με αύξηση του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών, είτε με τη μείωση του ύψους της σύνταξης ή και με τα τρία μέτρα συγχρόνως! Οι «σοφοί» φαίνεται ότι ακολουθούν και τις τρείς περιπτώσεις αθροιστικά αφήνοντας τον πολίτη και την οικογένεια του στα «κρύα του λουτρού» και στην αγκαλιά του 3ου μνημονίου.

Και όλα αυτά συμβαίνουν χωρίς πρώτα ή τουλάχιστον συγχρόνως να θεραπεύσουν ενδογενείς (εσωτερικές) αδυναμίες και στρεβλώσεις του Ασφαλιστικού Συστήματος (θεσμικές, λειτουργικές, διοικητικές και διαχειριστικές). Είναι αδυναμίες που διαβρώνουν το Σύστημα στο σύνολο του και προκαλούν μεγάλες απώλειες – ζημιές σε χρήμα και ανθρώπινους πόρους. Μιλάμε για ένα Σύστημα αναχρονιστικό, αντιαναπτυξιακό, χιλιομπαλωμένο, με εσωτερικές αντιφάσεις, με «δαιδαλώδη» νομοθεσία και πολυνομία και  με κοινωνικές ανισότητες που οφείλονται σε «συντεχνιακές» και άλλες «πελατειακές» αντιλήψεις φιλοσοφίας και πρακτικής!

Το «Όλο  Ασφαλιστικό Σύστημα», δεν στηρίζεται σε ενιαία βάση αρχών και αντιλήψεων! Οι αρχές της «ίσης μεταχείρισης», «της μη διάκρισης», της «κοινωνικής αλληλεγγύης» και της «ισοδύναμης συμπεριφοράς και ανταποδοτικότητας» σπανίζουν στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο και την εφαρμοζόμενη πρακτική! Τα κριτήρια υπαγωγής στην ασφάλιση, της απονομής σύνταξης και ενδιάμεσα του καθορισμού ασφαλιστικής κλίμακας και καταβολής ύψους ασφαλιστικών εισφορών είναι γενικά, αόριστα και ελάχιστα αντικειμενικά, αφού αγνοούνται βασικές παράμετροι όπως συνθήκες ζωής, διαθέσιμος συνολικός πλούτος, μέγεθος και διάρθρωση οικογένειας, πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και πηγές άντλησης. Διακεκριμένη περίπτωση πρέπει να αποτελούν οι «ευπαθείς ομάδες» πληθυσμού και οι ευρύτερες κοινωνικές ομάδες που η ζωή τους εξαρτάται πέρα από τη δική τους θέληση και τις δικές τους δυνατότητες.

Λείπει, δηλαδή στο Σύστημα, η σαφής διάκριση μεταξύ πολιτικής «Κράτους Δικαίου» και πολιτικής «Κράτους Πρόνοιας και Δικαιοσύνης». Στη πρώτη περίπτωση, μιλάμε για ένα σύγχρονο Ασφαλιστικό Σύστημα προστασίας του εργαζόμενου σε μια συγκροτημένη και νομικά θεμελιωμένη  Πολιτεία (Κράτος Δικαίου) και στη δεύτερη περίπτωση, μιλάμε για την κοινωνική ευαισθησία που οφείλει να δείχνει η Πολιτεία για τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, οπότε μιλάμε για Κράτος Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης!

Το Κράτος Δικαίου βάζει τους κανόνες – πλαίσιο ενός ανταποδοτικού Κοινωνικού Συστήματος  Ασφάλισης που ως βάση έχει το ελάχιστο κοινωνικά αποδεκτό όριο ασφάλισης κάτω από ανθρώπινες συνθήκες εργασίας. Το Κράτος Πρόνοιας αναλαμβάνει με υπευθυνότητα να δομήσει ένα κοινωνικό σύστημα (ιστό, πλαίσιο) προστασίας «ειδικών ομάδων πληθυσμού», που θα έχει  ως βάση το ελάχιστο κοινωνικά αποδεκτό όριο στήριξης με αποδοτική κάλυψη ή αναλογική συμμετοχή στις Δαπάνες του Κράτους Πρόνοιας.

Βέβαια και στις δύο περιπτώσεις, ως βάση προσδιορισμού ένταξης του εργαζόμενου στην ασφαλιστική κατηγορία και κατηγορία κοινωνικής πρόνοιας αντίστοιχα, αποτελούν: η οικογενειακή κατάσταση, το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα και οι πηγές του, αλλά και το ευρύτερο φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον.

Ένα σύγχρονο κράτος οφείλει να διαθέτει στον πολίτη και για τη κοινωνία των πολιτών ένα Σύστημα Ασφαλιστικής Προστασίας και Κοινωνικής Πρόνοιας θεσμικά απλό, οργανωτικά και λειτουργικά αποτελεσματικό, διαχειριστικά διαφανές και κοινωνικά αξιόπιστο. Ένα Σύστημα, που θα λειτουργεί ενάντια στο κοινωνικό αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση και το θεσμικό του πλαίσιο να στηρίζεται στις γενικές αρχές του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και της Αρχής της Επικουρικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ).